Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (European Central Bank ή ECB) αποτελεί ένα από τα επίσημα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θεωρείται η Κεντρική Τράπεζα του συνόλου των 19 χωρών της Ευρωζώνης και, βρισκόμενη στην καρδιά του Ευρωσυστήματος και του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού για την τραπεζική εποπτεία, έχει ως κύριες δραστηριότητες την άσκηση της νομισματικής πολιτικής και την εποπτεία του τραπεζικού συστήματος.1
Σήμερα όλοι γνωρίζουμε τι είναι οι τράπεζες, μιας και σίγουρα θα έχει τύχει να κάνουμε μια συναλλαγή με κάποια από αυτές. Επίσημα, ως τράπεζα ορίζεται το ίδρυμα εκείνο του οποίου δραστηριότητα είναι2, 3:
Σε μία οικονομία υπάρχουν πολλές και πολλών ειδών τράπεζες, όπως εμπορικές, συνεταιριστικές, επενδυτικές κ.α..
Υπάρχει όμως και μία τράπεζα η οποία είναι αρκετά διαφορετική απ’ όλες τις άλλες. Υπάρχει μία τράπεζα η οποία4, 5:
Η τράπεζα αυτή, η οποία όπως είναι φανερό δεν είναι μια απλή τράπεζα αλλά κατέχει μία εξέχουσα (κεντρική) θέση στην οικονομία της χώρας (και στο χρηματοπιστωτικό της σύστημα) ονομάζεται Κεντρική Τράπεζα.
Κεντρική Τράπεζα όμως ενδέχεται να συναντήσει κανείς όχι μόνο σε επίπεδο κράτους αλλά και σε επίπεδο ένωσης (ομάδας) κρατών.7 Αυτό ακριβώς συμβαίνει σήμερα και στην περίπτωση της Ευρωζώνης, της ομάδας δηλαδή των κρατών που έχουν υιοθετήσει το ευρώ ως νόμισμά τους.8 Με τη δημιουργία της Ευρωζώνης τον Ιανουάριο του 1999, οι κεντρικές τράπεζες των χωρών μελών της, δεδομένου ότι στο εξής θα υπήρχε ένα και μόνο κοινό νόμισμα, παραχώρησαν τις αρμοδιότητές τους σε μία νέα κεντρική τράπεζα υπεύθυνη για το σύνολο πλέον της Ευρωζώνης, τη γνωστή μας Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ)9, 10.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, μετά τη δημιουργία της ΕΚΤ οι εθνικές κεντρικές τράπεζες δεν έπαψαν να λειτουργούν, απλά πλέον ασκούν από κοινού με την ΕΚΤ τα καθήκοντα που τους έχουν ανατεθεί και όλες μαζί συγκροτούν το Ευρωσύστημα9 και τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό11.
Μιας και τα βασικά καθήκοντα της ΕΚΤ και των εθνικών κεντρικών τραπεζών, όπως αναφέρθηκε και στον επίσημο ορισμό, είναι δύο, η χάραξη και η εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής απ' τη μία και η εποπτεία των τραπεζών απ' την άλλη,1 το Ευρωσύστημα είναι υπεύθυνο για το πρώτο ενώ ο Ενιαίος Εποπτικός μηχανισμός για το δεύτερο11, 12. Συγκεκριμένα:
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όπως κάθε κεντρική τράπεζα, μπορεί ασκώντας τη νομισματική πολιτική να επηρεάζει την καθημερινότητά μας, επεμβαίνοντας σε ζητήματα όπως τα παρακάτω13:
Πληθωρισμός ονομάζεται η αύξηση του γενικού επιπέδου των τιμών μιας οικονομίας.14 Όπως θα έχουμε όλοι παρατηρήσει, πολλά από τα προϊόντα που αγοράζουμε γίνονται ανά χρονιές ακριβότερα χωρίς να έχει υπάρξει κάποια ιδιαίτερη αλλαγή των χαρακτηριστικών τους. Για παράδειγμα, πριν μερικά χρόνια κάλλιστα μπορούσε κανείς να αγοράσει μια τυρόπιτα με 1 ευρώ. Σήμερα όμως χρειάζεται περίπου 1,5 ευρώ. Το φαινόμενο αυτό, όταν είναι γενικευμένο σε μία οικονομία, τότε κάνουμε λόγο για ύπαρξη πληθωρισμού.
Μέσω του πληθωρισμού το χρήμα χάνει την αξία του και αυτό, υπό συνθήκες, μπορεί να είναι αρκετά επιβλαβές για τους πολίτες.15 Αν για παράδειγμα ένας μισθωτός αμοίβεται με 1000 ευρώ τότε, ενώ αρχικά θα ήταν σε θέση να αγοράζει 1000 τυρόπιτες, τώρα με τη νέα τιμή του 1,5 ευρώ θα είναι σε θέση να αγοράσει πολύ λιγότερες (περίπου 667), γεγονός που συνιστά σημαντική μείωση της αγοραστικής του δύναμης.
Επιτόκιο ονομάζεται η επιβάρυνση κάποιου όταν λαμβάνει ένα δάνειο.16 Αν για παράδειγμα κάποιος δανειστεί 100 ευρώ με συμφωνία μετά να επιστρέψει 110, τότε λέμε ότι το δάνειο έχει επιτόκιο 10%. Οι νομισματικές αρχές μιας οικονομίας, έχουν τη δυνατότητα με χρήση αντίστοιχων νομισματικών μέσων να επηρεάζουν τα επιτόκια με τα οποία δίνουν δάνειο η μία τράπεζα στην άλλη17, γεγονός που εμμέσως επηρεάζει και τα επιτόκια με τα οποία το κοινό λαμβάνει δάνεια από την τράπεζα και τα επιτόκια τα οποία το κοινό κερδίζει όταν καταθέτει τα χρήματά του στην τράπεζα18.
Συναλλαγματική ισοτιμία ονομάζεται η τιμή του νομίσματος μιας χώρας εκφρασμένη σε σχέση με το νόμισμα μιας άλλης χώρας.19 Όταν για παράδειγμα κάποιος πηγαίνει ένα ταξίδι στο εξωτερικό σε χώρα που έχει διαφορετικό νόμισμα από το δικό μας, τότε χρειάζεται να μετατρέψει ορισμένα από τα ευρώ του στο τοπικό νόμισμα προκειμένου να είναι σε θέση να αγοράσει εκεί το οτιδήποτε, να πληρώσει το ξενοδοχείο κτλ. Πως θα γίνει όμως αυτή η μετατροπή; Για κάθε ένα ευρώ που έχουμε εμείς, τι ποσό από το άλλο νόμισμα θα μας δώσει το ανταλλακτήριο νομισμάτων; Αυτό ακριβώς μας λέει η τρέχουσα συναλλαγματική ισοτιμία. Αν η ισοτιμία είναι 1,2 δολάρια ανά ευρώ ($/€), τότε για κάθε 1 ευρώ το ανταλλακτήριο θα μας δώσει 1,2 δολάρια. Την ισοτιμία αυτή, με διάφορες κινήσεις της, η νομισματική αρχή μιας οικονομίας μπορεί να την επηρεάσει.20
Τέλος, η ΕΚΤ, εποπτεύοντας το τραπεζικό σύστημα, προστατεύει όλους τους συναλλασσόμενους με αυτό.
Πρώτος στόχος της ΕΚΤ και κατ' επέκταση του Ευρωσυστήματος, είναι η διατήρηση της σταθερότητας των τιμών21. Συγκεκριμένα επιδιώκει η ετήσια ποσοστιαία αύξηση του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (του πληθωρισμού δηλαδή) της Ευρωζώνης να μην υπερβαίνει το 2% μεσοπρόθεσμα22, να το προσεγγίζει όμως.23 Δεύτερος στόχος, δεδομένου φυσικά ότι η υλοποίηση του πρώτου δεν διακινδυνεύεται, είναι η στήριξη των γενικών οικονομικών πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η συμβολή στην υλοποίηση των στόχων της.21
Η ανάδειξη του χαμηλού πληθωρισμού ως του πρώτου στόχου της ΕΚΤ οφείλεται στις αρνητικές επιπτώσεις του πληθωρισμού στην οικονομία, μερικές από τις οποίες αναφέρθηκαν ήδη. Το ερώτημα όμως είναι ότι αφού ο πληθωρισμός δεν είναι επιθυμητός, τότε γιατί η ΕΚΤ δε στοχεύει σε μηδενικό πληθωρισμό και στοχεύει στο 2%; Η απάντηση είναι πως24:
Πέραν των δύο βασικών καθηκόντων της, της χάραξη και εφαρμογής της νομισματικής πολιτικής απ' τη μία και την εποπτεία των τραπεζών απ' την άλλη, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει και πλήθος άλλων καθηκόντων, όπως21:
Μέτοχοι (ιδιοκτήτες δηλαδή) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι οι εθνικές κεντρικές τράπεζες όλων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το κεφάλαιό της ανέρχεται σε 10.825.007.069,61 ευρώ και η συμμετοχή κάθε χώρας σε αυτό προκύπτει βάσει του πληθυσμού και του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της. Και οι δύο προσδιοριστικοί αυτοί παράγοντες λαμβάνονται ισοβαρώς υπόψη, ενώ αξίζει να αναφερθεί ότι μόνον οι χώρες που είναι παράλληλα και μέλη της Ευρωζώνης οφείλουν να καταβάλλουν ολόκληρη τη συμμετοχή τους στο κεφάλαιο. Οι υπόλοιπες έχουν καταβάλει ένα μικρό μόνο ποσοστό, της τάξης του 3,75%. Τα μερίδια συμμετοχής της κάθε χώρας αναπροσαρμόζονται κάθε πέντε χρόνια, αλλά και κάθε φορά που μια νέα χώρα γίνεται μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.25
Σε περίπτωση ύπαρξης κερδών από τις δραστηριότητές της, αυτά, αφού ένα μέρος τους κρατηθεί σαν αποθεματικό, διανέμονται στις εθνικές κεντρικές τράπεζες ανάλογα με το μερίδιό τους στο κεφάλαιο. Στην αντίθετη περίπτωση των ζημιών, αυτές μπορούν να καλυφθούν από το αποθεματικό και εφόσον κριθεί αναγκαίο, και από το εισόδημα του αντίστοιχου οικονομικού έτους. Οι εθνικές κεντρικές τράπεζες των χωρών που δεν ανήκουν στην Ευρωζώνη δεν δικαιούνται μερίδιο στα κέρδη, και αντιστοίχως δεν υποχρεούνται να καλύψουν τυχόν ζημίες.25
Στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τα όργανα λήψης των αποφάσεων είναι τα εξής26:
Είναι το βασικό όργανο λήψης αποφάσεων της ΕΚΤ και αποτελείται από τα έξι μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής και τους διοικητές των εθνικών κεντρικών τραπεζών των 19 χωρών της ζώνης του ευρώ.26
Ασχολείται με την καθημερινή λειτουργία της ΕΚΤ και αποτελείται από τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και τέσσερα άλλα μέλη.26
Έχει περισσότερο έναν συμβουλευτικό και συντονιστικό ρόλο και αποτελείται από τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο της ΕΚΤ και τους διοικητές των εθνικών κεντρικών τραπεζών των κρατών μελών της ΕΕ.26
Ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι σε αντίθεση με άλλες περιπτώσεις, όπως εκείνη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Υπουργών, στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ οι ψήφοι όλων των μελών του έχουν την ίδια βαρύτητα, ανεξάρτητα από το ποια χώρα, μικρή η μεγάλη, εκπροσωπούν. Αυτό θεσπίστηκε βάσει της λογικής πως τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου πρέπει να ενδιαφέρονται για τα συμφέροντα του συνόλου της Ευρωζώνης και όχι για τα μεμονωμένα εθνικά συμφέροντα των χωρών καταγωγής τους. Έτσι, αν κάποιες ψήφοι είχαν διαφορετική βαρύτητα, θα δινόταν η εντύπωση πως αυτό δε συμβαίνει.27
Μέχρι και πριν από την 1η Ιανουαρίου του 2015, για όλα τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, 24 στο σύνολο (6 τα μέλη της εκτελεστικής επιτροπής και 18 οι εκπρόσωποι των χωρών της Ευρωζώνης), ίσχυε η αρχή «ένα μέλος, μία ψήφος». Από την 1η Ιανουαρίου όμως και μετά, με την είσοδο της Λιθουανίας στη ζώνη του ευρώ, έγιναν κάποιες αλλαγές και συγκεκριμένα προκρίθηκε το σύστημα της «εκ περιτροπής άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου». Σύμφωνα με αυτό, εκτός από τα 6 μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής τα οποία έχουν πάντα μία ψήφο, τα υπόλοιπα μέλη (οι εκπρόσωποι δηλαδή των 19 χωρών) ψηφίζουν εκ περιτροπής σε μηνιαία βάση σα να ήταν μόλις 15 χώρες. Με άλλα λόγια, κάθε μήνα υπάρχουν 4 χώρες που δεν ψηφίζουν. Όσες ψηφίζουν βέβαια, συνεχίζουν να το κάνουν βάσει της αρχής «ένα μέλος, μία ψήφος».28
Η αλλαγή αυτή έγινε για να μην επηρεάζεται στο εξής το Διοικητικό Συμβούλιο από την αύξηση των μελών της Ευρωζώνης28 και έτσι, σύμφωνα με τον καθηγητή Οικονομικών Paul De Grauwe, η Εκτελεστική Επιτροπή της ΕΚΤ να διατηρήσει το στρατηγικό της ρόλο στη λήψη των αποφάσεων. Αν αυτό δε συνέβαινε, τότε η αύξηση του αριθμού των μελών και άρα των ψήφων, θα έδινε τη δυνατότητα και στους εκπροσώπους ακόμα και μικρών χωρών-μελών να συνασπίζονται, μπλοκάροντας αποφάσεις που εκφράζουν τη μέση επιθυμία του συνόλου της Ευρωζώνης.29
Σύμφωνα με την τάση των τελευταίων δεκαετιών η οποία ορίζει η κεντρική τράπεζα κάθε χώρας να είναι ανεξάρτητη30, έτσι και για Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα η ανεξαρτησία αποτελεί πολύ σημαντικό ζήτημα το οποίο κατοχυρώνεται στις Συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.31 Συγκεκριμένα ισχύει ότι31:
Ο λόγος για τον οποίο η ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών έχει αρχίσει να επικρατεί είναι γιατί, σύμφωνα με πολλές εμπειρικές μελέτες, η ύπαρξή της συμβάλει κατά πολύ στην αποτελεσματικότερη άσκηση της νομισματικής πολιτικής.32 Αν αυτή η ανεξαρτησία δεν υπάρχει τότε δεν αποκλείεται η πολιτική ηγεσία της χώρας να χρησιμοποιεί τη νομισματική πολιτική για εξυπηρέτηση δικών της συμφερόντων, όπως η βραχυχρόνια δημιουργία κλίματος ανάπτυξης στην οικονομία33 λίγο καιρό πριν τις εκλογές με άσκηση επεκτατικής νομισματικής πολιτικής32 ή η χρηματοδότηση του ελλείμματος της κυβέρνησης με χρήματα της κεντρικής τράπεζας, αδιαφορώντας για την πιο μακροπρόθεσμη επίδραση που αυτό θα έχει στην οικονομία, όπως την πιθανότητα αύξησης του πληθωρισμού.33
Τέλος, αξίζει να ειπωθεί ότι η ΕΚΤ είναι μεν ανεξάρτητη, αλλά αυτό δε σημαίνει πως είναι και ανεξέλεγκτη. Όπως κάθε ανεξάρτητο ίδρυμα το οποίο επιτελεί δημόσια λειτουργία, η ΕΚΤ οφείλει να λογοδοτεί απέναντι στους πολίτες και τους εκλεγμένους αντιπροσώπους τους34. Αυτό πραγματοποιείται με την δημοσίευση σχετικών με τη δράση της εκθέσεων35 και την τακτική παρουσία των εκπροσώπων της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο36.
Όσον αφορά τη νομισματική πολιτική η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όπως και κάθε κεντρική τράπεζα, αυτό το οποίο προσπαθεί κατά κύριο λόγο να ελέγξει για να πετύχει τους στόχους της είναι η προσφορά χρήματος στην οικονομία.37 Προσφορά χρήματος σε μία οικονομία ονομάζεται το σύνολο των χρημάτων που βρίσκονται σε κυκλοφορία38 στην οικονομία. Ως προς τον παράγοντα αυτό, η νομισματική πολιτική μπορεί να είναι είτε επεκτατική με αύξηση της προσφοράς χρήματος και πιθανά αποτελέσματα την ευκολότερη ανάπτυξη της οικονομίας αλλά και τον πληθωρισμό, είτε συσταλτική με μείωση της προσφοράς χρήματος και πιθανά αποτελέσματα τη συγκράτηση του πληθωρισμού.37, 39
Τέλος αξίζει να αναφερθεί ότι η ΕΚΤ συνδυάζει το συντονισμό στη διαδικασία λήψης αποφάσεων με την αποκέντρωση στο μηχανισμό της εφαρμογής τους. Πιο συγκεκριμένα, οι εθνικές κεντρικές τράπεζες έχουν πλήρη συμμετοχή στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων συμμετέχοντας στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ και στη συνέχεια, ακολουθώντας τις οδηγίες και τις κατευθύνσεις της ΕΚΤ, προωθούν την εφαρμογή αυτών των αποφάσεων στις χρηματαγορές των χωρών τους.47Όσον πάλι αφορά την τραπεζική εποπτεία, αυτή πραγματοποιείται τόσο σε επίπεδο τράπεζας, όπου και εξετάζεται η καλή λειτουργία, η αξιοπιστία της κτλ, όσο και σε επίπεδο τραπεζικού συστήματος (σε πιο γενικό επίπεδο δηλαδή).40 Όταν μάλιστα κάποια τράπεζα αντιμετωπίζει προβλήματα με τη ρευστότητά της (αδυνατεί να πληρώσει τρέχουσες υποχρεώσεις της41), η ΕΚΤ μπορεί να ενεργήσει ως «δανειστής έσχατης ανάγκης» και είτε η ίδια, είτε μέσου του μηχανισμού έκτακτης παροχής ρευστότητας, τον πολυακουσμένο ELA (Emergency Liquidity Assistance), να παράσχει τα απαραίτητα δάνεια τα οποία η εν λόγω τράπεζα χρειάζεται, αλλά δε μπορεί να εξασφαλίσει από πουθενά αλλού.40, 42
Για περισσότερες πληροφορίες όσον αφορά τον τρόπο άσκησης τόσο της νομισματικής πολιτικής όσο και της εποπτείας από τις κεντρικές τράπεζες, απευθυνθείτε στην επεξήγηση του όρου «Κεντρική Τράπεζα».
Σχήμα 1: Πως η ΕΚΤ λαμβάνει και εφαρμόζει αποφάσεις |
Όπως ειπώθηκε ήδη, μέτοχοι (ιδιοκτήτες δηλαδή) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι οι εθνικές κεντρικές τράπεζες όλων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.25 Συνεπώς, το «ελληνικό μερίδιο» στην ΕΚΤ κατέχεται από την ελληνική κεντρική τράπεζα, δηλαδή την «Τράπεζα της Ελλάδος».
Η Τράπεζα της Ελλάδος ιδρύθηκε το Σεπτέμβριο του 1927 και άρχισε να λειτουργεί το Μαΐου 1928. Πήρε τα ηνία από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος η οποία, ως η τότε μεγαλύτερη εμπορική τράπεζα της χώρας, ασκούσε και λειτουργίες κεντρικής τράπεζας από το 1841.43 Σήμερα, ως μέλος του Ευρωσυστήματος,:
Αξίζει επίσης να αναφερθεί και ότι46: