Ένα Χρηματοπιστωτικό (ή Χρηματοοικονομικό) Σύστημα αποτελείται από «θεσμικές μονάδες και αγορές που αλληλεπιδρούν, συνήθως σε ένα πολύπλοκο τρόπο, με στόχο την κινητοποίηση κεφαλαίων για την πραγματοποίηση επενδύσεων και την παροχή διευκολύνσεων στη χρηματοδότηση της εμπορικής δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων πληρωμών».1
Όλοι οι συμμετέχοντες σε μία οικονομία, δηλαδή οι επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά και το δημόσιο, πραγματοποιούν έξοδα τα οποία είναι άλλοτε μεγαλύτερα από τα έσοδά τους και άλλοτε μικρότερα, εμφανίζοντας έτσι στο τέλος του οικονομικού τους έτους (ή στον προϋπολογισμό του επόμενου) έλλειμμα ή πλεόνασμα αντίστοιχα.2
Όσοι παρουσιάζουν έλλειμμα αναζητούν τα απαραίτητα χρήματα για να το καλύψουν, ενώ όσοι παρουσιάζουν πλεόνασμα έχουν συμφέρον να μην κρατούν τα κεφάλια που τους περισσεύουν αδρανή, αλλά να τα δανείζουν, αποκομίζοντας έτσι μια επιπλέον αμοιβή (τόκο).2
Κατά συνέπεια, υπάρχει στην οικονομία η αμοιβαία επιθυμία μεταφοράς χρημάτων από τις πλεονασματικές μονάδες στις ελλειμματικές. Το κρίσιμο ζήτημα όμως, είναι ο τρόπος με τον οποίο η μεταφορά αυτή θα γίνει. Πιο συγκεκριμένα, επειδή δεν είναι εύκολο2:
στο στάδιο αυτό της μεταφοράς των χρημάτων συμμετέχουν συχνά και οι τράπεζες, τα χρηματιστήρια, τα διάφορα τραπεζικά προϊόντα κτλ, τα οποία με τα διάφορα χαρακτηριστικά και τις υπηρεσίες τους βοηθούν στην αντιμετώπιση των παραπάνω ζητημάτων.2
Το σύνολο αυτών των τραπεζών, χρηματιστηρίων και τραπεζικών προϊόντων τα οποία, με ένα «πιο επιστημονικό» τρόπο, αποκαλούνται χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, χρηματοπιστωτικές αγορές και χρηματοπιστωτικά προϊόντα αντίστοιχα, αποτελούν αθροιστικά αυτό που τελικά ονομάζουμε Χρηματοπιστωτικό Σύστημα.3
Όπως αναφέρθηκε ήδη, το χρηματοπιστωτικό σύστημα αποτελείται από3:
Χρηματοπιστωτικό προϊόν είναι ένα προϊόν το οποίο υποδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο κανείς διαχειρίζεται και χρησιμοποιεί τα χρήματά του, όπως ένας τραπεζικός λογαριασμός, ένα ομόλογο, ένα δάνειο κλπ.4
Οι χρηματοπιστωτικές αγορές απαρτίζονται από άτομα και επιχειρήσεις που αγοράζουν και πωλούν δύο μόνο ειδών περιουσιακά στοιχεία, νομίσματα και χρεόγραφα (χρηματοπιστωτικά προϊόντα).5
Χρηματοπιστωτικό ίδρυμα ονομάζεται κάθε επιχείρηση που συντελεί στη διοχέτευση κεφαλαίων από τους αποταμιευτές στους επενδυτές. Κλασσικό παράδειγμα χρηματοπιστωτικού ιδρύματος είναι οι τράπεζες.6
Για την αποτελεσματική κατανομή και συγκέντρωση των κεφαλαίων μιας οικονομίας, το χρηματοπιστωτικό σύστημα δημιουργεί κατ’ αρχάς χρηματοπιστωτικά προϊόντα. Τα χρηματοπιστωτικά αυτά προϊόντα διαχέονται στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και είναι προσβάσιμα στο κοινό μέσω των χρηματοπιστωτικών αγορών. Τελικά η συναλλαγή (η μεταφορά κεφαλαίων) πραγματοποιείται είτε άμεσα μεταξύ του αποταμιευτή και του δανειζομένου στις αγορές, ή συχνότερα, μέσω των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (έμμεσα).2 Στο ακόλουθο σχήμα, φαίνεται το χρηματοπιστωτικό σύστημα σε μία απλοποιημένη μορφή του.
Σχήμα 1: Το Χρηματοπιστωτικό Σύστημα
Πηγή: 2, 7, 8
Η ύπαρξη ενός καλού και αποτελεσματικού χρηματοπιστωτικού συστήματος αποτελεί προϋπόθεση για την ανάπτυξη μιας οικονομίας. Συγκεκριμένα συμβάλλει3:
Μέσω κατάλληλων μηχανισμών, όλοι οι εν δυνάμει δανειολήπτες αξιολογούνται και τα διάφορα κεφάλαια διατίθενται στις πιο παραγωγικές μονάδες.3
Αυτό μπορεί να συμβεί με διάφορους τρόπους. Με την κατάθεση των χρημάτων τους στην τράπεζα, για παράδειγμα, οι αποταμιευτές δεν διατρέχουν πλέον τον κίνδυνο της κλοπής τους. Επίσης, το χρηματοπιστωτικό σύστημα παρέχει χρήσιμες πληροφορίες και ποικιλία χρηματοπιστωτικών προϊόντων, με τη χρήση των οποίων μπορεί να γίνει αντιστάθμιση του κινδύνου πολλών επενδύσεων.3
Ο χρόνος και ο κόπος της κατάθεσης σε μία τράπεζα, είναι για παράδειγμα, πολύ μικρότεροι αυτών που απαιτούνται για την εύρεση ενός προσώπου κατάλληλου για αντίστοιχο δανεισμό του χρηματικού αυτού ποσού.3
Οι χρήστες των χρηματοπιστωτικών προϊόντων για άντληση ή τοποθέτηση κεφαλαίων, διακρίνονται σε2:
Μειονέκτημα του χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι η εξαιρετικά μεγάλη ευπάθεια του. Η εμφάνιση κρίσεων σε αυτό (χρηματοπιστωτικών κρίσεων) είναι φαινόμενο συχνό με σημαντικές συνέπειες τόσο για τους συμμετέχοντες στο σύστημα, όσο και για ολόκληρη την οικονομία.9 Οι κυβερνήσεις επιδιώκουν την αποτροπή ή/και κατάπαυση αυτών των κρίσεων, και έτσι συχνά πραγματοποιούν κινήσεις και πολιτικές θωράκισης του χρηματοπιστωτικού συστήματος.10
Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, με την κρίση την οποία βιώνουμε, οι κυβερνήσεις έχουν κάνει εμφανείς προσπάθειες θωράκισης του χρηματοπιστωτικού συστήματος, αναγνωρίζοντας προφανώς την αξία που αυτό έχει για την οικονομία. Από τα πιο εμφατικά παραδείγματα της προσπάθειας αυτής είναι οι με κρατική πρωτοβουλία ανακεφαλαιοποιήσεις που έγιναν τα τελευταία χρόνια στις ελληνικές τράπεζες.
Για παράδειγμα, το 2013, το ελληνικό δημόσιο μέσω του ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας το οποίο είχε λάβει δάνεια από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF)11, κατέβαλλε 28,6 δις και αγόρασε περίπου το 90% των νεοεκδοθέντων μετοχών των τεσσάρων συστημικών τραπεζών (Εθνική Τράπεζα, Eurobank, Alpha και Πειραιώς) συμπληρώνοντας έτσι τα κεφάλαια που τους ήταν απαραίτητα για τη λειτουργία τους. Συστημικές χαρακτηρίστηκαν από την Τράπεζα της Ελλάδος οι τράπεζες εκείνες που κρίθηκαν κατάλληλες για δημόσια στήριξη11, καθότι μία χρεοκοπία αυτών θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο ολόκληρο το σύστημα (το χρηματοπιστωτικό).